Ζημιές από παγετούς στην ελιά και τρόποι αντιμετώπισης


 

Επιτέλους ήρθε και φέτος στη χώρα μας ο αληθινός χειμώνας δημιουργώντας τις ελπίδες ότι και του χρόνου θα έχουμε όχι μόνο νερό να πιούμε αλλά και μια καλή ελαιοπαραγωγή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι παγετοί δεν κρύβουν και κινδύνους από τους οποίους οι παραγωγοί θα πρέπει να λάβουν τις απαραίτητες φροντίδες με τις καλλιεργητικές φροντίδες για τις οποίες γράφει ο ομότιμος καθηγητής του ΓΠΑ, δενδροκόμος, ελαιοκαλλιεργητής και πρόεδρος της 4Ε, κ. Σταύρος Βέμμος.

Ζημιές από παγετούς στην ελιά και τρόποι αντιμετώπισης

Εισαγωγή

Η θερμοκρασία είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες που ρυθμίζουν την ανάπτυξη και καρποφορία της ελιάς. Η θερμοκρασία ρυθμίζει κατά κύριο λόγο τη ζώνη καλλιέργειας της ελιάς που περιορίζεται μεταξύ 30ο και 45ο βόρειου και νότιου γεωγραφικού πλάτους. Η αδυναμία καλλιέργειας της ελιάς βορειότερα οφείλεται στην καταστροφή των δένδρων σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των -12.0οC που επικρατούν το χειμώνα στις περιοχές αυτές. Αντίθετα, στο Νότιο ημισφαίριο, χαμηλότερα των 30ο (κοντά στον Ισημερινό), η ελιά αναπτύσσεται βλαστικά αλλά δεν καρποφορεί λόγω σταθερά υψηλών θερμοκρασιών και την αδυναμία σχηματισμού ανθοφόρων οφθαλμών.

Οι μεταβολές της θερμοκρασίας κατά κύριο λόγο ρυθμίζουν και τα τέσσερα διαφορετικά στάδια ανάπτυξης της ελιάς στη διάρκεια του χρόνου στην εύκρατη ζώνη καλλιέργειάς της που είναι τα παρακάτω: 

1. Ανοιξιάτικη βλάστηση (από τέλη Μαρτίου μέχρι τον Ιούλιο) που συνοδεύεται με την άνθηση, καρπόδεση και την αρχική ανάπτυξη του καρπού. 

2. Καλοκαιρινή διάπαυση (αναστολή βλάστησης λόγω υψηλών θερμοκρασιών και έλλειψης νερού), σκλήρυνση του πυρήνα και μικρή ανάπτυξη καρπών. 

3. Φθινοπωρινή βλάστηση (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος) με ανάπτυξη καρπών και ελαιοποίηση.

 4. Περίοδος ληθάργου με αναστολή της αύξησης και βλάστησης, που ξεκινά με την έλευση των χαμηλών θερμοκρασιών και τη μείωση της φωτοπεριόδου (τέλη Νοεμβρίου-αρχές Δεκεμβρίου) και σταματά με την άνοδο των θερμοκρασιών στις αρχές άνοιξης.

Ο λήθαργος και η σημασία του για την αντοχή της ελιάς στο ψύχος

Η περίοδος του χειμερινού ληθάργου είναι πολύ σημαντική για την ελιά. Αφενός βοηθά στην αντοχή των δένδρων στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα και αφετέρου, οι χαμηλές θερμοκρασίες, βοηθούν στην ολοκλήρωση της διαφοροποίησης (φαινόμενο εαρινοποίησης) και την έξοδο από το λήθαργο των ανθοφόρων οφθαλμών, παράγοντες πολύ σημαντικοί για την ανθοφορία και καρποφορία της ελιάς. Λήθαργος είναι η κατάσταση στην οποία σταματούν όλες οι λειτουργίες του δένδρου ή το σταμάτημα κάθε ενεργούς αύξησης των δένδρων. Υπάρχουν τρεις μορφές ληθάργου. 

α) Η σχετική παρεμπόδιση ή παραλήθαργος, για παράδειγμα ή μη έκπτυξη πλάγιων οφθαλμών στους βλαστούς λόγω παρεμπόδισής τους από ορμόνες που παράγονται στην κορυφή των βλαστών (κυριαρχία της κορυφής). 

β) Κατάσταση ηρεμίας ή οικολήθαργος που οφείλεται σε αντίξοες εξωτερικές συνθήκες για τη βλάστηση, όπως έλλειψη νερού και υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού ή πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. 

γ) Κατάσταση ανάπαυσης (rest) ή ενδολήθαργος O τύπος αυτός του ληθάργου είναι ο φυσιολογικός λήθαργος, προκαλείται από εξωτερικές συνθήκες αλλά διατηρείται από εσωτερικούς παράγοντες (όπως οι ορμόνες κ.ά.)

Στην ελιά συναντάμε και τους τρεις τύπους ληθάργου, κυριότερος όμως είναι ο ενδολήθαργος. Η είσοδος στον ενδολήθαργο, όπως και στα φυλλοβόλα δένδρα, αρχίζει με την σμίκρυνση της ημέρας (φωτοπεριόδου) το φθινόπωρο και την ταυτόχρονη σταδιακή πτώση της θερμοκρασίας. Ο χρόνος εισαγωγής στο λήθαργο εξαρτάται και από την ποικιλία. Ειδικά για την ελιά η είσοδος στο λήθαργο αρχίζει όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από 5°C (φθινόπωρο) και ακολουθεί η σκληραγώγηση των δένδρων για την αντοχή στο ψύχος που γίνεται με την πρόοδο του χειμώνα και τις χαμηλότερες τιμές της θερμοκρασίας.

Η έξοδος από τον ενδολήθαργο προϋποθέτει την επίδραση χαμηλών θερμοκρασιών που μετρώνται σε μονάδες ψύχους (μία μονάδα αντιστοιχεί σε διάρκεια μιας ώρας με θερμοκρασία κάτω των 7°C). Οι απαιτούμενες ώρες ψύχους διαφέρουν σημαντικά από ποικιλία σε ποικιλία. Οι ξένες ποικιλίες Sevillano και Ascolana αναφέρεται ότι απαιτούν μέχρι και 2000 ώρες. Για τις ελληνικές ποικιλίες δεν υπάρχουν ακριβή δεδομένα. Με βάση όμως τις  θερμοκρασίες κάτω των 7°C στις διάφορες περιοχές της χώρας προκύπτει ότι στη Ν. Ελλάδα οι μονάδες ψύχους κυμαίνονται από 86 (Χανιά) μέχρι και 868 στο Βόλο, Θεριός, 2005). Επομένως στις περιοχές αυτές οι ώρες ψύχους για τη διακοπή του ληθάργου πρέπει να είναι αερκετές για την έξοδο από το λήθαργο των τοπικά καλλιεργούμενων ποικιλιών. Οι μονάδες όμως διαφέρουν ανάλογα και με το εύρος θερμοκρασιών που είναι μικρότερες ή μεγαλύτερες από τους 7°C. Έχει επίσης βρεθεί ότι θερμοκρασίες μεταξύ 5,3 και 9,7°C ευνοούν την έξοδο από το λήθαργο ενώ τιμές μεταξύ 13,0-15,6 επιταχύνουν την έκπτυξη των οφθαλμών. Η 'Κορωνέικη' για παράδειγμα έχει μικρές απαιτήσεις σε ώρες ψύχους και αυτός είναι ο λόγος που ορισμένες χρονιές η έκπτυξη των ανθοφόρων οφθαλμών ξεκινά νωρίς το χειμώνα. Ένα παράδειγμα είναι το 2010, όταν η έκπτυξη ξεκίνησε στα μέσα Γενάρη σε πολλές περιοχές της Ν. Ελλάδας και την Αττική (Φωτογραφίες 1-4, Βέμμος, 2010)

Εγκληματισμός της ελιάς για την αντοχή στο ψύχος

Η διακοπή της επιμήκυνσης του βλαστού είναι το ερέθισμα για μια σειρά διαδικασιών που οδηγούν στον εγκληματισμό και την σκληραγώγηση των φυτών στο ψύχος. To Νοέμβριο και το χειμώνα, συμβαίνουν φυσιολογικές και βιοχημικές μεταβολές στους ιστούς των δένδρων που αυξάνουν την αντοχή τους στο ψύχος όπως: Mείωση αυξητικών ορμονών, αύξηση παρεμποδιστών, υδρόλυση του αμύλου σε διαλυτά σάκχαρα. Το νερό στους ιστούς μειώνεται, τα λιπίδια και οι πρωτεΐνες των πλασματικών μεμβρανών αλλάζουν δομή και αυξάνεται η συγκέντρωση της μαννιτόλης και των διαλυτών σακχάρων στα κύτταρα. Με τον εγκληματισμό τα δένδρα της ελιάς μπορεί να αντέξουν στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα μέχρι -10 οC ή -12οC ή και χαμηλότερες αλλά με σημαντικές ζημιές σε επί μέρους όργανα του δένδρου. Ο βαθμός αντοχής όμως εξαρτάται από την ποικιλία και τις συνθήκες πριν την εισαγωγή στο λήθαργο. Γι’ αυτό και ο βαθμός ληθάργου αλλά και η αντοχή σε χαμηλές Θο μπορεί να διαφέρουν από χρονιά σε χρονιά.

Πως οι χαμηλές θερμοκρασίες (παγετοί) ζημιώνουν την ελιά

Αρχικά η πτώση της θερμοκρασίας προκαλεί το σχηματισμό παγοκρυστάλλων στους μεσοκυττάριους χώρους. Oι κρύσταλλοι δεν μπορούν να εισέλθουν στα κύτταρα γιατί έχουν χαμηλότερο υδατικό δυναμικό, έλκουν και αφαιρούν νερό από το εσωτερικό των κυττάρων με αποτέλεσμα τη γρήγορη αφυδάτωσή τους,  την αλλαγή της δομής των πρωτεϊνών και της σύστασης των μεμβρανών. Τελικό αποτέλεσμα είναι η αφυδάτωση των κυττάρων, το σχίσιμο των κυτταρικών μεμβρανών και η νέκρωση των κυττάρων. Οι παράγοντες που ευνοούν το σχηματισμό των παγοκρυστάλλων είναι ορισμένα βακτήρια όπως το Pseudomonas syringae. Μακροσκοπικά οι ιστοί χάνουν το πράσινο χρώμα τους που γίνεται αρχικά καφετί και στο τέλος μαύρο. Για το λόγο αυτό τα συμπτώματα της ζημιάς από τον παγετό μοιάζουν με αυτά της καταστροφής από φωτιά.

Μηχανισμοί προστασίας στο ψύχος του χειμώνα

Η εισαγωγή στο λήθαργο και η σκληραγώγηση των δένδρων το χειμώνα είναι ο κύριος μηχανισμός αντοχής των δένδρων. Πρόσθετα, η αύξηση των υδατανθράκων στους ιστούς αυξάνει την αντοχή στο ψύχος γιατί δεσμεύουν μεγάλες ποσότητες νερού που δεν παγώνει εύκολα. Άλλοι τρόποι είναι η διαμόρφωση μικρού μεγέθους κυττάρων, η αυξημένη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών ουσιών καθώς και το χαμηλό υδατικό δυναμικό στα κύτταρα. Τέλος, το φαινόμενο της υπέρψυξης (supercoolingμε το οποίο η θερμοκρασία στους ιστούς πέφτει απότομα μέχρι τους -40°C χωρίς το σχηματισμό παγοκρυστάλλων, λόγω έλλειψης παγoπυρηνοποιητικού παράγοντα.

Οι κυριότερες μορφές παγετών είναι: 

α. οι παγετοί ακτινοβολίας που οφείλονται στην αναστροφή της θερμοκρασίας του αέρα που βρίσκεται κοντά στο έδαφος και στα δένδρα με τη θερμοκρασία σε μεγαλύτερο ύψος που είναι χαμηλότερη. Οι παγετοί αυτοί ευνοούνται από άπνοια τη νύκτα και την ξαστεριά. 

β. Οι παγετοί που δημιουργούνται από τη μετακίνηση ψυχρών αέριων μαζών.

Παράγοντες που επηρεάζουν το μέγεθος των ζημιών

Η εποχή. Το φθινόπωρο και στις αρχές άνοιξης τα δένδρα είναι πιο ευαίσθητα στους παγετούς ενώ το χειμώνα είναι πιο ανθεκτικά γιατί βρίσκονται σε λήθαργο.

Η καλή θρεπτική κατάσταση των βλαστών και των δένδρων βοηθά στην αντοχή στο ψύχος.

Η παρουσία των καρπών στα δένδρα τα καθιστούν πιο ευαίσθητα.

Το πότισμα. Όψιμα ποτίσματα ευνοούν την παρατεταμένη αύξηση των βλαστών και την έκπτυξη νέας βλάστησης που την καθιστούν πιο ευαίσθητη στους παγετούς.

Το κλάδεμα. Αυστηρά και πρώιμα κλαδέματα (Νοέμβριο) εξασθενούν τα δένδρα και τα καθιστούν πιο ευαίσθητα στους παγετούς ή ακόμη προκαλούν νέα βλάστηση.

Η ύπαρξη ζιζανίων στο χωράφι. Τα ζιζάνια μπορεί να μειώνουν τη θερμοκρασία του εδάφους λόγω άντλησης νερού για την ανάπττυξή τους και εμποδίζουν την θέρμανσή του με την αντανάκλαση της ηλιακής ακτινοβολίας και έτσι μειώνουν την αντοχή των δένδρων στο ψύχος. Αντίθετα, έδαφος με αρκετή εδαφική υγρασία συμβάλλει στη δημιουργία θερμότερου μικροκλίματος που βοηθά στη μείωση των ζημιών από παγετούς.

Η τοποθεσία (έκθεση) του κτήματος. Κτήματα με έκθεση στο Νοτιά και σε πλαγιές ζημιώνονται λιγότερο από τους παγετούς γιατί θερμαίνονται περισσότερο από την ηλιακή ακτινοβολία.

Το είδος του εδάφους. Ελαφρά αμμώδη εδάφη είναι περισσότερο ευαίσθητα στους παγετούς γιατί δεν συγκρατούν μεγάλες ποσότητες νερού.

Κλιματικοί παράγοντες

Η θερμοκρασία. Η ένταση της θερμοκρασίας (πόσο χαμηλή είναι η τιμή της), η ταχύτητα πτώσης και η διάρκεια των χαμηλών θερμοκρασιών είναι οι κυριότεροι παράγοντες που ρυθμίζουν το μέγεθος των ζημιών στα δένδρα.

η αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες διαφέρει στα όργανα της ελιάς

Η σχετική υγρασία του αέρα. Υψηλότερη σχετική υγρασία ευνοεί τη μείωση της έκτασης των ζημιών με τη δημιουργία θερμότερου μικροκλίματος κοντά στα δένδρα.

Ο άνεμος. Ελαφρός άνεμος στην περίπτωση των παγετών ακτινοβολίας είναι ευνοïκός, ενώ στην περίπτωση των παγετών ψυχρών μαζών, όσο πιο ισχυροί είναι οι άνεμοι τόσο μεγαλύτερες είναι οι ζημιές.

Πότε τα ελαιόδενδρα είναι πιο ευαίσθητα στους παγετούς

Η ελιά όταν βρίσκεται σε λήθαργο (χειμώνα) είναι πολύ πιο ανθεκτική σε χαμηλές θερμοκρασίες. Είναι όμως πολύ πιο ευαίσθητη στο ψύχος πριν εισέλθει στο λήθαργο (τέλος φθινοπώρου) από παγετούς και κύρια στο τέλος χειμώνα-αρχές άνοιξης από τους ανοιξιάτικους παγετούς. Η νέα βλάστηση, τα άνθη και οι μικροί καρποί είναι πιο ευαίσθητοι σε θερμοκρασίες λίγο κάτω από το μηδέν (Πίνακας 1).

Πίνακας 1. Θερμοκρασίες που προκαλούν ζημιές στα διάφορα μέρη της ελιάς

Μέρη του Δένδρου   Θερμοκρασία

  • Καρποί -2οC
  • Ανθοφόροι οφθαλμοί -4 οC
  • Φύλλα και μικροί βλαστοί -4 οC
  • Μεγάλοι βλαστοί και βραχίονες -7 οC
  • Κορμός και ρίζα -10,5 οC μέχρι  -12 οC

Ο ρόλος της ποικιλίας. Δεν υπάρχουν αρκετά επιστημονικά δεδομένα για το βαθμό αντοχής στο ψύχος των Ελληνικών ποικιλιών. Είναι γνωστό όμως ότι οι πιο ανθεκτικές είναι η Μαστοειδής, η Μυρτολιά, το Αγουρομάνακο, η Κοθρέικη και η Χαλκιδικής ή Καρυδολιά. Η Βαλανολιά, η Καλαμών και η Αδραμυττινή θεωρούνται μέτρια ανθεκτικές. Αντίθετα από τις πιο ευαίσθητες στο ψύχος είναι η Κορωνέικη, η Θιακή και η Αμυγδαλολιά. Υπάρχουν αρκετές μελέτες για την αντοχή ξένων ποικιλιών στο ψύχος. Οι πιο ανθεκτικές είναι η Arbequina, η Cornicabra, η Nostrale di Rigali και η Picual.

Συμπτώματα ζημιών από παγετούς στην ελιά

Τα συμπτώματα διακρίνονται ανάλογα με την ένταση των χαμηλών θερμοκρασιών.

Ήπιοι παγετοί (πτώση θερμοκρασίας μέχρι -2°C): Συρρίκνωση των καρπών, ξήρανση κορυφών των ετήσιων βλαστών, ελαφρό σχίσιμο φλοιού των μικρών βλαστών και μερική ή ολική πτώση των φύλλων .Το σχίσιμο του φλοιού διευκολύνει την είσοδο του βακτηρίου Pseudomonas savastanoi  που προκαλεί την καρκίνωση στην ελιά (Εικόνες 5-7).

Μέτριοι παγετοί (πτώση θερμοκρασίας μέχρι -7°C): Ξήρανση των φύλλων που μένουν πάνω στα δένδρα και μοιάζουν σαν καμένα από φωτιά, σχίσιμο του φλοιού και σε μεγάλους βλαστούς. Ο φλοιός και το ξύλο αλλάζουν χρώμα από πράσινο σε καφέ ή μαύρο, ξήρανση και βλαστών μεγάλης ηλικίας και καταστροφή μέχρι και του 90% των οφθαλμών (Εικόνες 8-9).

Ισχυροί παγετοί (πτώση της θερμοκρασίας μέχρι -12°C): Καταστροφή όλων των βλαστών του δένδρου, σχίσιμο του φλοιού στον κορμό και εύκολος αποχωρισμός του. Σπάνια ζημιώνεται και το ριζικό σύστημα με αποτέλεσμα την ολική καταστροφή του δένδρου (Εικόνες 10-13). Στη περίπτωση των μέτριων και ισχυρών παγετών οι ζημιές στους καρπούς είναι πολύ σοβαρές γιατί προκαλείται καφέτιασμα, μείωση του ελαιολάδου και υποβάθμιση της ποιότητας λόγω μείωσης της περιεκτικότητας σε ουσίες όπως η ελευρωπαΐνη και η πολυφαινολοξειδάση.

Μέτρα αντιμετώπισης παγετών

Τα μέτρα διακρίνονται στις τρεις πιο κάτω μεγάλες κατηγορίες.

Α. Γενετική βελτίωση των ποικιλιών και επιλογή των πιο ανθεκτικών στο ψύχος για εγκατάσταση νέων ελαιώνων σε περιοχές που υπάρχει κίνδυνος παγετών.

Β. Προληπτικά μέτρα προστασίας

Έχουν σκοπό να βοηθήσουν την είσοδο των δένδρων στο λήθαργο και γενικά να αυξήσουν την αντοχή των δένδρων στο ψύχος.

Γ. Προστατευτικά μέτρα. Έχουν σκοπό την άμεση προστασία των δένδρων στη διάρκεια των παγετών.

Προληπτικά μέτρα προστασίας

Τα μέτρα αυτά είναι πολύ σημαντικά, μπορούν να εφαρμοστούν από τους παραγωγούς και χωρίς υψηλό κόστος. Αφορούν περισσότερο περιοχές όπου εμφανίζονται συχνά οι παγετοί όπως οι ορεινές περιοχές.

Προληπτικά μέτρα κατά την εγκατάσταση νέου οπωρώνα

Θα πρέπει να αποφεύγονται περιοχές που θεωρούνται ευαίσθητες στους παγετούς και να επιλέγονται ποικιλίες που είναι πιο ανθεκτικές στο ψύχος. Να αποφεύγονται τοποθεσίες με βορεινή έκθεση και με μεγάλα υψόμετρα καθώς και ελαφρά – αμμώδη εδάφη. Τέλος η φύτευση των δένδρων να γίνεται μετά την παρέλευση των παγετών (αρχές άνοιξης).

Προληπτικά καλλιεργητικά μέτρα

Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στην γρηγορότερη είσοδο των δένδρων στο λήθαργο και τη σκληραγώγησή τους (πριν την έλευση των παγετών) καθώς και στην αύξηση της αντοχής τους στο ψύχος.

Κλάδεμα. Πρέπει να αποφεύγεται το πρώϊμο κλάδεμα (από το Νοέμβριο μέχρι τέλη Φεβρουαρίου) και να εφαρμόζεται αρχές με μέσα της άνοιξης ανάλογα με το είδος του δένδρου και την περιοχή. Να αποφεύγεται επίσης το αυστηρό κλάδεμα. Να εφαρμόζεται ψεκασμός με χαλκούχα σκευάσματα αμέσως μετά το κλάδεμα για την προστασία των δένδρων απο προσβολές μυκήτων και βακτηρίων.

Έγκαιρη καταπολέμηση ζιζανίων.Θα πρέπει να γίνεται πριν την έναρξη των παγετών (Νοέμβριο – Δεκέμβριο). Σαν καλύτερος τρόπος καταστροφής συνιστάται η χρήση χορτοκοπτικών ή καταστροφέα και μόνο σε ειδικές περιπτώσεις με κατεργασία εδάφους ή εφαρμογή ζιζανιοκτόνων.

Λίπανση. Ο παραγωγός πρέπει να φροντίζει τα δένδρα του να βρίσκονται σε άριστη θρεπτική κατάσταση γιατί θα αντέχουν περισσότερο στην έκθεση των χαμηλών θερμοκρασιών. Αυτό επιτυγχάνεται με την ισορροπημένη λίπανση N, P και K και τον έλεγχο της θρεπτικής κατάστασης για όλα τα θρεπτικά στοιχεία με την ανάλυση φύλλων και εδάφους. Θα πρέπει να αποφεύγεται η υπερβολική λίπανση αζώτου και η όψιμη λίπανση (Σεπτέμβριο - Οκτώβριο) γιατί προάγουν την όψιμη και τρυφερή βλάστηση που είναι ευαίσθητη στους παγετούς. Η αζωτούχος λίπανση στις ευαίσθητες περιοχές να γίνεται από τα τέλη Φεβρουαρίου - Μάρτιο, μετά το τέλος των παγετών. Η λίπανση με ικανοποιητικές ποσότητες καλίου και βορίου αυξάνει την αντοχή των δένδρων στο ψύχος. Το κάλιο προωθεί το σχηματισμό παχιών κυτταρικών τοιχωμάτων. Η εφαρμογή οργανικών λιπασμάτων αυξάνει τη συγκράτηση της υγρασίας του και την αντοχή των δένδρων στον παγετό.

Προληπτικά - Προστατευτικά μέτρα

Ψεκασμοί με προστατευτικές ουσίες. Χρησιμοποιούνται κυρίως χαλκούχα σκευάσματα (Κοσάϊντ, οξυχλωριούχος χαλκός και άλλα). Οι ψεκασμοί πρέπει να γίνονται πριν τον παγετό. Τα σκευάσματα αυτά επιδρούν θετικά στη σκληραγώγηση των ιστών και παρεμποδίζουν την εγκατάσταση βακτηρίων που είναι υπεύθυνα για το σχηματισμό των παγοκρυστάλλων όπως τα Pseudomonas syringae και το Erwinia herbicola. Συμπληρωματικά μπορεί να καθυστερούν και την άνθηση μειώνοντας τη ζημιά από πρώιμους ανοιξιάτικους παγετούς.

Ψεκασμοί με διαλύματα κιτοκινινών (Kelp). Τα ορμονικά αυτά σκευάσματα σκληραγωγούν τα κυτταρικά τοιχώματα και αυξάνουν τα σάκχαρα στην εντεριώνη του ξύλου. Οι ψεκασμοί πρέπει να γίνονται ανά 15θήμερο πριν τους παγετούς.

Ουσίες που αυξάνουν την αντοχή των δένδρωνΣκευάσματα όπως το Frostgard, η ουρία, ο καολινίτης, το cultar, το μυκητοκτόνο Captan, θερινά έλαια και γιββερελλίνες. Δεν υπάρχουν όμως σχετικές αναφορές για τη χρήση τους στην ελιά και πρέπει πρώτα να δοκιμαστούν.

Ψεκασμοί με αντιδιαπνευστικές ουσίες που εμποδίζουν την απώλεια νερού από τα κύτταρα και αυξάνουν την αντοχή τους στον παγετό. Είναι αποτελεσματικές μόνο σε παγετούς ψυχρών αέριων μαζών. Τα θερινά λάδια και η Πινολίνη, ο ζεόλιθος είναι παραδείγματα τέτοιων ουσιών. Οι ψεκασμοί γίνονται πριν και μετά τον παγετό.

Οσμωρυθμιστικές ουσίες. Εφαρμόζονται πριν και μετά τον παγετό. Τέτοιες ουσίες αναφέρονται η ουρία, οι βεταΐνες και η ζάχαρη που έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν το οσμωτικό δυναμικό των κυττάρων και την αντοχή τους στο ψύχος. Χρησιμοποιούνται πριν και μετά τον παγετό. Δεν υπάρχουν αναφορές για τη χρήση τους στην ελιά.

Το ασβέστωμα του κορμού και των κύριων βραχιόνων των δένδρων.

Άμεσα προστατευτικά μέτρα

Τεχνητή ομίχλη. Μπορεί να εφαρμοστεί μόνο για παγετούς ακτινοβολίας αλλά υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης ασθενειών λόγω της υψηλής σχετικής υγρασίας.

Τεχνητή βροχήΕίναι αποτελεσματική κύρια σε παγετούς ακτινοβολίας και μπορεί εύκολα να εφαρμοστεί από τον παραγωγό. Μπορεί να αυξήσει τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος (στη θερμοκρασία των 0oC) όταν το νερό έχει 15 oC. Εφαρμόζεται είτε πάνω,  είτε κάτω από την κόμη των δένδρων. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στην αλατότητα του νερού. Η περιεκτικότητα σε άλατα πρέπει να είναι μικρότερη από 2 γραμμάρια/λίτρο.

Ανεμομείκτες. Χρησιμοποιούνται κύρια στα εσπεριδοειδή με καλά αποτελέσματα στους παγετούς ακτινοβολίας. Η χρήση τους στους ελαιώνες είναι μάλλον αντιοικονομική.

Μεταχείριση παγετόπληκτων δένδρων ελιάς

Η αντιμετώπιση των δένδρων θα εξαρτηθεί από το μέγεθος ή το βαθμό της ζημιάς τους.

Τι πρέπει να προσεχθεί. Αρχικά να εφαρμοστεί άμεσα ένας ψεκασμός με χαλκούχα σκευάσματα για την προστασία από μυκητολογικές και βακτηριακές προσβολές. Να αποφεύγεται το άμεσο κλάδεμα και η εφαρμογή λιπασμάτων ειδικά της αζωτούχου λίπανσης. Τα δένδρα αφήνονται ακλάδευτα μέχρι την έναρξη της βλάστησής τους (Απρίλιο – Μάϊο). Η εφαρμογή του κλαδέματος πρέπει να γίνεται ανάλογα με το ποιά όργανα έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές. Η λίπανση να προσδιορίζεται αφού εκτιμηθεί πρώτα ο βαθμός της ζημιάς των ελαιοδένδρων.

Στην περίπτωση ήπιων παγετών και ελαφρών ζημιών των δένδρων. Ενδείκνυται  ελαφρό κλάδεμα την άνοιξη με αφαίρεση των ζημιωμένων μικρών βλαστών. Τα δένδρα επανέρχονται κανονικά και δίνουν παραγωγή σε ένα ή δύο χρόνια. Η λίπανση θα είναι ίδια με αυτή που εφαρμόζεται στα μη ζημιωμένα δένδρα και λίγο ενισχυμένη για την ανάπτυξη της νέας βλάστησης.

Στην περίπτωση μέτριων παγετών.  Ενδείκνυται κλάδεμα την άνοιξη με αφαίρεση των ζημιωμένων βλαστών μέχρι τα σημεία αναβλάστησης. Τα δένδρα επανέρχονται και δίνουν παραγωγή μετά από δύο-τρία χρόνια. Η λίπανση πρέπει να είναι σε μικρότερες από τις κανονικές ποσότητες. Ειδικά η αζωτούχος να δίνεται σε μικρές δόσεις για την αποφυγή δημιουργίας πολύ ζωηρών βλαστών που θα καθυστερήσουν την είσοδο σε καρποφορία των δένδρων.

Στην περίπτωση ισχυρών παγετών συνιστώνταια. Αν ο κορμός είναι υγιής και τα δένδρα προέρχονται από αγενή πολλαπλασιασμό (μοσχεύματα) τότε γίνεται καρατόμηση ψηλά στο ένα μέτρο ή  αφαίρεση όλων των βραχιόνων σε απόσταση 30-40 εκατοστά από τον κορμό. Τα δένδρα αναβλαστάνουν από τα πλάγια του κορμού ή τη βάση των βραχιόνων. Την πρώτη χρονιά αναβλάστησης αφήνονται οι περισσότεροι ζωηροί βλαστοί και αφαιρούνται μόνο οι ασθενικοί. Στα επόμενα τρία χρόνια εφαρμόζεται σταδιακά αραίωμα των βλαστών ώστε τελικά το δένδρο να αποκτήσει τον ίδιο αριθμό βραχιόνων και σχήμα με τα μη ζημιωμένα δένδρα. Στην περίπτωση αυτή τα δένδρα επανέρχονται σε παραγωγή μετά από 3-5 χρόνια ανάλογα με την ποικιλία.

Αν όμως το δένδρο προέρχεται από εμβολιασμό σε υποκείμενο άγρια ελιά ή σπορόφυτο τότε οι νέοι βλαστοί που προέρχονται κάτω από το σημείο εμβολιασμού (παραφυάδες) είναι άγριοι και πρέπει να αφαιρούνται και να διατηρούνται μόνο αυτοί που βλαστάνουν πάνω από το σημείο εμβολιασμού. Επομένως η τομή του κορμού πρέπει να είναι πάνω από το σημείο εμβολιασμού. Κατά τα άλλα εφαρμόζονται κλαδέματα μόρφωσης όπως και στη παραπάνω περίπτωση.

β. Αν ο κορμός έχει ζημιωθεί και το δένδρο προέρχεται από αγενή πολλαπλασιασμό (π.χ. μοσχεύματα), τότε κόβεται κοντά στη ρίζα. Tα δένδρα αναβλαστάνουν από λανθάνοντες οφθαλμούς στη βάση του κορμού ή από τους γόγγρους. Οι νέοι βλαστοί είναι ήμεροι, τον πρώτο χρόνο αφήνονται αρκετοί βλαστοί για τη θρέψη του δένδρου ενώ το δεύτερο επιλέγεται ένας για την δημιουργία του κορμού του νέου δένδρου. Στη συνέχεια εφαρμόζεται κλάδεμα μόρφωσης και έτσι το δένδρο αναπαράγεται και είναι της ίδιας ποικιλίας.

γ. Στην περίπτωση που το υποκείμενο ήταν σπορόφυτο και η αναβλάστηση έγινε μόνο κάτω από το σημείο εμβολιασμού ή τη ρίζα τότε όλοι οι βλαστοί είναι άγριοι και χρειάζεται εμβολιασμός. Την επόμενη χρονιά της αναβλάστησης επιλέγεται ένας βλαστός και εμβολιάζεται με την επιθυμητή ποικιλία. Στην Ισπανία αφήνουν και τρεις βλαστούς για τη δημιουργία τριών κορμών αλλά σε απόσταση 80-100 εκατοστά μεταξύ των βλαστών σε σχήμα ισοπλεύρου τριγώνου. Η είσοδος σε καρποφορία των δένδρων αυτών θα καθυστερήσει τουλάχιστον ένα ακόμη χρόνο σε σχέση με τις προηγούμενες περιπτώσεις. Εναλλακτικά για την τελευταία περίπτωση μπορεί να γίνει εκρίζωση των γέρικων δένδρων και επαναφύτευση.

Βιβλιογραφία

Antognozzi E., Famiani F. Prioetti P. Pannelli G. and Alfei B. 1994. Frost resistance of some olive cultivars during the winter. Acta Horticulrurae, 356, 152-155.

Gomez-delCampo and Barranco. 2005. Field evaluation of frost tolerance in 10 olive cultivars. Plant Genetic Resources 3, 385-390.

Rallo, L., Torrefio, P., Vargas, A and Alvarado, J. 1994. Dormancy and alternate bearing in olive. Acta Horticulturae, 356, 127-136.

Θεριός, Ι. 2005. ΕΛΑΙΚΟΜΙΑ, Εκδόσεις Δ. Γαρταγάνη, Θεσσαλονίκη.

Ποντίκης, 2000. Ελαιοκομία Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα.

Πηγή - olivenews.gr

 

Νεότερη Παλαιότερη
image

نموذج الاتصال